Δυστυχώς όμως, δέκα χρόνια μετά, βρέθηκε να κυβερνά την Κυπριακή Δημοκρατία ο μοιραίος Νίκος Αναστασιάδης που βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την αποδοχή ενός νέου «σχεδίου Ανάν» χειρότερο από αυτό που απέρριψε ο Τάσσος Παπαδόπουλος χωρίς δεύτερη σκέψη. Ένα σχέδιο που επιβάλλουν οι ΗΠΑ και για το οποίο πανηγυρίζουν οι Τούρκοι και οι Τουρκοκύπριοι.
Σε αντίθεση με τον Τάσσο Παπαδόπουλο, ο Νίκος Αναστασιάδης διαγράφει την εισβολή και την παράνομη κατοχή της Κύπρου από τα Τουρκικά στρατεύματα και προχωρά στην υιοθέτηση ενός σχεδίου το οποίο ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις των Τουρκοκυπρίων και μετατρέπει την Κυπριακή Δημοκρατία σε «κοινότητα».
Σήμερα, δέκα χρόνια μετά την 7η Απριλίου του 2004, αξίζει να θυμηθούμε ορισμένα αποσπάσματα από το ιστορικό διάγγελμα του Τάσσου Παπαδόπουλου. Του Εθνάρχη που έβαλε πάνω απ’ όλα την πατρίδα του και έγραψε ιστορία. Ιστορία που δυστυχώς δεν τιμά ο νυν πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος αφού έβαλε την Κυπριακή Δημοκρατία στο μνημόνιο τώρα την παραδίδει στην… Τουρκία μαζί με τα ενεργειακά κοιτάσματα της Κυπριακής ΑΟΖ.
Διαβάστε αποσπάσματα από το διάγγελμα του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου:
«Διαγράφεται η εισβολή και η κατοχή. Οι κάτοχοι της Τουρκοκυπριακής υπηκοότητας, γίνονται αποδεκτοί ως νόμιμοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Τουρκοκύπριοι εξασφαλίζουν ισότιμη συμμετοχή στη διοίκηση του νέου Ομοσπονδιακού Κράτους, με το καθεστώς των ισότιμων «συμπροέδρων» και ισότιμη και ισάριθμη συμμετοχή των εκπροσώπων του Τουρκοκυπριακού συνιστώντος Κράτους, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και σε όλες τις ειδικές Επιτροπές και Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Όσα προσδοκεί να αποκτήσει η Ελληνοκυπριακή κοινότητα, έστω και από μια κακή και οδυνηρή λύση, παραπέμπονται χωρίς εγγυήσεις στο μέλλον και εξαρτώνται από την καλή πίστη της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Υπόκεινται ακόμη, στην προϋπόθεση ότι όλα θα λειτουργήσουν ομαλά. Με λίγα λόγια «αγοράζουμε ελπίδα», με μόνο αντάλλαγμα και διασφάλιση την καλή θέληση της Τουρκικής πλευράς να τηρήσει τη συμφωνία».
«Η επιστροφή των κατεχόμενων δικών μας εδαφών, θα γίνει σε περίοδο μεταξύ τρεισήμισι μηνών και τρεισήμισι χρόνων, από την υπογραφή της λύσης, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό θα εφαρμοστεί. Η πρότασή μας όπως υπαχθούν τα εδάφη αυτά υπό τον έλεγχο της Ειρηνευτικής Δύναμης και όχι του τουρκικού στρατού, έχει απορριφθεί».
«Το κόστος των αποζημιώσεων θα κληθούν να καταβάλουν στο μεγαλύτερο του μέρος, οι Ελληνοκύπριοι. Εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αν το Ομοσπονδιακό Κράτος που θα εγγυηθεί το ένα τρίτο των αποζημιώσεων, θα έχει το τεκμήριο έγκυρου εγγυητή για να μην σημειωθεί πτώση στην αξία των Ομολόγων, όπως έγινε με το Χρηματιστήριο. Το ίδιο ισχύει και για τον Οργανισμό δανειοδότησης με υποθήκη για απόκτηση των περιουσιών Ελληνοκυπρίων που δεν θα επιστραφούν από Τουρκοκύπριους».
«Με το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ικανοποιήθηκαν οι Κύπριοι αλλά ικανοποιήθηκε απόλυτα η επιδίωξη της Τουρκίας να ελέγχει και να κηδεμονεύει την Κύπρο. Παραμένουν στην ουσία όλοι οι έποικοι, ενώ μετά από 19 χρόνια, εμφανής είναι η πιθανότητα της κατάργησης της παρέκκλισης του 5% Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων που θα μπορούν να εγκατασταθούν στην Κύπρο, με ορατό τον κίνδυνο για νόμιμο μαζικό εποικισμό της Κύπρου από την Τουρκία. Διότι η συνέχιση της διασφάλισης του 5%, μετά τα 19 χρόνια, θα εξαρτάται από την έγκριση νόμου από το Προεδρικό Συμβούλιο, τη Βουλή και τη Γερουσία, όπου χρειάζεται και η συναίνεση των αντίστοιχων Τουρκοκυπριακών μελών αυτών των οργάνων».
«Η παραμονή έστω και μικρού αριθμού Τουρκικών στρατευμάτων μόνιμα στην Κύπρο, με διευρυμένα παρεμβατικά δικαιώματα στο Ελληνοκυπριακό κρατίδιο χωρίς εγγυητικούς μηχανισμούς, ενώ εμείς θα έχουμε διαλύσει την Εθνική Φρουρά, δημιουργεί συνθήκες ανασφάλειας για τους Ελληνοκυπρίους. Τόσο ο εποικισμός όσο και η συνεχής παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, δεν εξυπηρετεί βέβαια ούτε τους Ελληνοκύπριους ούτε τους Τουρκοκύπριους, παρά μόνο την Τουρκία».
«Μέσα από προσεκτική μελέτη των οικονομικών πτυχών του Σχεδίου Ανάν, διαπιστώνουμε ότι είναι αμφίβολη η οικονομική βιωσιμότητά του. Η εφαρμογή των σχετικών προνοιών συνεπάγεται δυσβάστακτες οικονομικές επιπτώσεις για τους Ελληνοκύπριους, ενώ η όλη δομή του Σχεδίου θα οδηγήσει, αν όχι σε κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας, σίγουρα σε σοβαρή οικονομική κρίση και επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Ελληνοκυπρίων που με τόσες θυσίες οικοδομήσαμε».
«Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Ανάν δεν καταλύει την de facto διχοτόμηση, αλλά, αντίθετα τη νομιμοποιεί και την εμβαθύνει. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θέλουμε τη λύση και επανένωση της πατρίδας μας. Διότι σε αυτό το ερώτημα, η καθολική απάντηση είναι «ναι». Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν το Σχέδιο Ανάν επιφέρει την επανένωση ή αν διαιωνίζει τη διαίρεση και, μάλιστα, με τη συγκατάθεση και υπογραφή μας».
«Οι πιο σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμοί μου για το Σχέδιο Ανάν, δεν εστιάζονται στους συμβιβασμούς που προτάθηκαν ή επιβλήθηκαν, που πολλοί κρίνουν ως άδικους για την πλευρά μας. Άλλωστε, εδώ και πολύ χρόνο, έχω πει ότι η οποιαδήποτε λύση που θα εξευρεθεί κάτω από τη σκιά και τα τετελεσμένα της εισβολής και της παρουσίας 35.000 Τουρκικού στρατού στην Κύπρο, δεν μπορούσε να είναι δίκαιη».
Και κατέληξε ο Τάσσος Παπαδόπουλος με την ιστορική φράση: «Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Δυστυχώς για τον Ελληνισμό τέτοιοι ηγέτες, όπως ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν υπάρχουν σήμερα και αυτό το πληρώνουμε ακριβά.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου