Και ρίχτηκε με τ' άτι του μες στων εχθρών τα πλήθια, / το πύρινο το βλέμμα του σκορπούσε την τρομάρα, / και το σπαθί του τη θανή. Στα χάλκινά του στήθια, / εξέσπασε η όργητα σε βροντερή κατάρα.
Εθόλωσαν τα μάτια του. Τ' αγνό το μέτωπό του, / θαρρείς ο φωτοστέφανος της Δόξας τ' αγκαλιάζει. / Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Θρηνήστε το χαμό του. / Μα, μη! Σε τέτοιο θάνατο ο θρήνος δεν ταιριάζει.
Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Κυλίστηκε στο χώμα, / ένας Τιτάν π' ακόμα χτες εστόλιζ' ένα θρόνο, / κι εσφάλισε - οϊμένανε! - για πάντ' αυτό το στόμα, / που κάθε πίκρα ρούφαγε κι έχυν' ελπίδες μόνο,
Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολύ δε θα προσμένεις. / Ένα πρωί απ' τα νερά του Βόσπορου κει πέρα / θε να προβάλει λαμπερός, μιας Λευτεριάς χαμένης, ο ασημένιος ήλιος. Ω, δοξασμένη μέρα
πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου