Άγιοι που εορτάζουν: Καταθεση Τιμιας Ζωνης Της Θεοτοκου
Χρυσῆν κορωνίδ' οἷα, σεμνὴ Παρθένε,
Τῷ τοῦ χρόνου τίθημι σὴν Ζώνην τέλει.
Θέντο σορῷ Ζώνην πρώτῃ Πανάγνου Τριακοστῇ.
Βιογραφία Η ανακομιδή της τίμιας Ζώνης της Θεοτόκου, άλλοι λένε ότι έγινε από το βασιλιά Αρκάδιο και άλλοι από το γιο του Θεοδόσιο τον Β'. Η μεταφορά έγινε από την Ιερουσαλήμ στην Κωνσταντινούπολη και την τοποθέτησαν σε μια χρυσή θήκη, που ονομάσθηκε αγία Σωρός. Όταν πέρασαν 410 χρόνια, ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός άνοιξε την αγία αυτή Σωρό για τη βασίλισσα σύζυγο του Ζωή, που την διακατείχε πνεύμα ακάθαρτο. Όταν λοιπόν άνοιξε την αγία Σωρό, βρήκε την τίμια Ζώνη της Θεοτόκου να ακτινοβολεί υπερφυσικά. Και είχε μια χρυσή βούλα, που φανέρωνε το χρόνο και την ήμερα που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Αφού λοιπόν την προσκύνησαν, ο Πατριάρχης άπλωσε την τιμία Ζώνη επάνω στη βασίλισσα, και αμέσως αυτή ελευθερώθηκε από το δαιμόνιο. Όποτε όλοι δόξασαν το Σωτήρα Χριστό και ευχαρίστησαν την πανάχραντη Μητέρα Του, η οποία είναι για τους πιστούς φρουρός, φύλαξ, προστάτις, καταφυγή, βοηθός, σκέπη, σε κάθε καιρό και τόπο, ήμερα και νύκτα. Στη συνέχεια η Αγία Ζώνη τεμαχίστηκε και τεμάχιά της μεταφέρθηκαν σε διάφορους ναούς της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άλωση της Πόλης από τούς Σταυροφόρους το 1204 μ.Χ., κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τους βάρβαρους και απολίτιστους κατακτητές και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ένα μέρος όμως διασώθηκε και παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την απελευθέρωση της Πόλης από τον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο. Φυλασσόταν στον ιερό ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών. Η τελευταία αναφορά για το άγιο λείψανο είναι ενός ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του 1424 και 1453 μ.Χ. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τούς Τούρκους το 1453 μ.Χ., είναι άγνωστο τι απέγινε το υπόλοιπο μέρος της Αγίας Ζώνης στη συνέχεια. Έτσι το μοναδικό σωζόμενο τμήμα είναι αυτό που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου· με εξαιρετικά περιπετειώδη τρόπο έφτασε εκεί. Ο Άγιος Κωνσταντίνος είχε κατασκευάσει έναν χρυσό σταυρό για να τον προστατεύει στις εκστρατείες. Στη μέση του σταυρού είχε τοποθετηθεί τεμάχιο Τιμίου Ξύλου· ο σταυρός έφερε επίσης θήκες με άγια λείψανα Μαρτύρων, και ένα τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Όλοι οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έπαιρναν αυτόν τον σταυρό στις εκστρατείες. Το ίδιο έπραξε και ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Β Ἄγγελος (1185-1195) σε μία εκστρατεία εναντίον του ηγεμόνα των Βουλγάρων Ασάν. Νικήθηκε όμως και μέσα στον πανικό ένας ιερέας τον πέταξε στο ποτάμι για να μην τον βεβηλώσουν οι εχθροί. Μετά από μερικές μέρες όμως οι Βούλγαροι τον βρήκαν· έτσι πέρασε στα χέρια του Ασάν. Οι Βούλγαροι ηγεμόνες μιμούμενοι τούς Βυζαντινούς αυτοκράτορες έπαιρναν μαζί τους στις εκστρατείες το σταυρό. Σε μία μάχη όμως εναντίον των Σέρβων ο βουλγαρικός στρατός νικήθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα Λάζαρο (1371-1389). Ο Λάζαρος αργότερα δώρισε το σταυρό του Αγίου Κωνσταντίνου στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου μαζί με το τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Οι Άγιοι Πατέρες της Ιεράς Μονής διασώζουν και μία παράδοση σύμφωνα με την οποία η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου αφιερώθηκε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος στη συνέχεια παραιτήθηκε από το αξίωμα, εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και μόνασε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Τα θαύματα που πραγματοποίησε και πραγματοποιεί η Τιμία Ζώνη είναι πολλά. Βοηθά ειδικά τις στείρες γυναίκες να αποκτήσουν παιδί. Αν ζητήσουν με ευλάβεια τη βοήθειά της Παναγίας, τούς δίδεται τεμάχιο κορδέλας που έχει ευλογηθεί στην λειψανοθήκη της Αγίας Ζώνης· αν έχουν πίστη, καθίστανται έγκυες. Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος πλ. δ’. Θεοτόκε ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Zώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα, ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις καινοτομεῖται καὶ χρόνος, διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος. Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις. Τὴν θεοδόχον γαστέρα σου Θεοτόκε, περιλαβοῦσα ἡ Zώνη σου ἡ τιμία, κράτος τῇ πόλει σου ἀπροσμάχητον, καὶ θησαυρὸς ὑπάρχει, τῶν ἀγαθῶν ἀνέκλειπτος, ἡ μόνη τεκοῦσα ἀειπάρθενος. Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ. Τὴν Ζώνην τὴν σεπτήν, τοῦ ἀχράντου σου σκήνους, ὑμνοῦμεν οἱ πιστοί, Παναγία Παρθένε, ἐξ ἧς ἀρυόμεθα νοσημάτων τὴν ἴασιν, καὶ κραυγάζομεν· Μῆτερ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σὺ ἡ λύτρωσις, τῶν σὲ τιμώντων ὑπάρχεις, Μαρία Θεόκλητε. Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον. Τῆς τιμίας Ζώνης σου τῇ καταθέσει, ἑορτάζει σήμερον, ὁ σὸς πανύμνητε λαός, καὶ ἐκτενῶς ἀνακράζει σοι· Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα. Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ. Τὰ καταθέσια τῆς σῆς θείας Ζώνης, ἡ Ἐκκλησία σου φαιδρῶς ἑορτάζει, καὶ ἐκτενῶς κραυγάζει σοι Παρθένε Ἁγνή· Ἅπαντας περίσῳζε, τῆς ἐχθρῶν δυναστείας· θραῦσον τὰ φρυάγματα, τῶν ἀθέων βαρβάρων, καὶ τὴν ἡμῶν κυβέρνησον ζωήν, πράττειν Κυρίου τὰ θεῖα θελήματα. Ὁ Οἶκος Τὶς γηγενῶν τὰ σὰ μεγαλεῖα διηγήσεται λόγος; ποία γλῶσσα βροτῶν; νοῦς γὰρ οὐδὲ οὐράνιος, ἀλλ' ἡ τεκοῦσα τῆς συμπαθείας τὸ ἀμέτρητον πέλαγος, δέξαι καὶ νῦν ἐξ ἀκάρπων χειλέων τὰ ᾄσματα, καὶ δίδου μοι θείαν χάριν, εὐφημῆσαι τὴν σὴν Ζώνην Δέσποινα, δι' ἧς κόσμος ἀγάλλεται, σὺν Ἀγγέλοις ὑμνῶν σου τὰ θαύματα, ἡ μόνη τεκοῦσα ἀειπάρθενος. πηγή:
Σύμφωνα με το Πρώτο Χρονικό, ο Βλαδίμηρος των Ρως (οι Ρώσοι δηλαδή στην πρώιμη εκδοχή τους) έστειλε τους σοφούς του να επισκεφθούν όλες τις γειτονικές χώρες και να ανακαλύψουν ποια θρησκεία είναι καλύτερη. Για τους μουσουλμάνους Βουλγάρους του Βόλγα του είπαν ότι βασιλεύει η μιζέρια και η θλίψη, δεν τρώνε χοιρινό, δεν πίνουν οινοπνευματώδη. Αυτό του προκάλεσε έκπληξη και είπε μα το ποτό είναι η χαρά μας. Μετά συμβουλεύθηκε κάποιους ιουδαϊστές απεσταλμένους, πιθανότατα χαζάρους, αλλά απέρριψε τη θρησκεία τους με το αιτιολογικό πως αν ο Θεός σάς υποστήριζε, δε θα χάνατε την Ιερουσαλήμ. Τελικά ο Βλαδίμηρος αποφάσισε να υιοθετήσει το χριστιανισμό. Στις εκκλησίες των Γερμανών οι απεσταλμένοι δε βρήκαν καμία ομορφιά, αλλά στην Κωνσταντινούπολη ανακάλυψαν αυτό που έψαχναν. Περιγράφοντας τις εντυπώσεις τους από μια Θεία Λειτουργία που παρακολούθησαν στην Αγια-Σοφιά, ανέφεραν πως δεν ξέραμε εάν βρισκόμαστε στη γη ή στον ουρανό. Δεν ξέρουμε πώς να το περιγράψουμε με λόγια. Έτσι ο Βλαδίμηρος ζήτησε από το βυζαντινό αυτοκράτορα να τον βαπτίσει χριστιανό. Η τελετή έγινε το 988 στη Χερσώνα της Κριμαίας - ο Βλαδίμηρος έλαβε το χριστιανικό όνομα του νονού του (Βασίλειος) και παντρεύθηκε την αδελφή του Άννα, χωρίζοντας όλες τις άλλες γυναίκες του. Επιστρέφοντας θριαμβευτικά στο Κίεβο, ο νεοφώτιστος Βλαδίμηρος διέταξε τους βογιάρους (αριστοκράτες) και τους γιους του να προσέλθουν στο Δνείπερο για να βαπτισθούν χριστιανοί. Την επόμενη μέρα κάλεσε για τον ίδιο λόγο όλους κατοίκους της πρωτεύουσας, πλούσιους και φτωχούς, ζητιάνους, ακόμα και σκλάβους, αλλιώς κινδύνευαν να γίνουν εχθροί του. Στο σημείο της μαζικής βάπτισης ανήγειρε το ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Ναό της Δεκάτης, διότι διέθεσε για την κατασκευή της το 1/10 της περιουσίας του. Τα πραγματικά κίνητρα και οι συνέπειες του εκχριστιανισμού Πριν υιοθετήσει το χριστιανισμό, ο Βλαδίμηρος είχε δοκιμάσει να μεταρρυθμίσει το σλαβικό παγανισμό καθιερώνοντας τον Περούν (θεό του κεραυνού και της αστραπής) ως υπέρτατη θεότητα. Είδωλα του Περούν είχαν τοποθετηθεί στα σπουδαιότερα μέρη της χώρας, ενώ αναφέρονται ακόμα και ανθρωποθυσίες στο όνομά του. Παρ' όλο το ζήλο του η απόπειρα απέτυχε, γι' αυτό και αποφάσισε να εισαγάγει το μονοθεϊσμό από τα γειτονικά κράτη. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: γιατί επέλεξε το χριστιανισμό; Και γιατί προτίμησε το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και όχι την Αγία Έδρα; Η απάντηση, ευθέως ή εμμέσως, δίνεται και από τις δύο πηγές που προαναφέρθηκαν. Στην εποχή που πραγματευόμαστε, το Βυζάντιο λειτουργούσε σα μαγνήτης για ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. Έχοντας κληρονομήσει την οργάνωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και τμήμα του πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας, βρισκόταν πολύ πιο μπροστά από οποιοδήποτε άλλο κράτος σε ισχύ, πολιτισμό και πλούτο. Κυρίως ήταν οι άλλοι λαοί που θαμπώνονταν από την Κωνσταντινούπολη και όχι το αντίθετο. Ο Βλαδίμηρος υπήρξε τυχερός διότι ο βυζαντινός θρόνος βρέθηκε σε μεγάλη ανάγκη, αλλά και έξυπνος γιατί δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Η βαρύτητα της συμμαχίας φαίνεται και από τον όρο για το γάμο - ήταν η πρώτη φορά που μια βυζαντινή πριγκίπισσα (και δη πορφυρογέννητη) παντρευόταν κάποιον βάρβαρο ηγεμόνα, ενώ παρόμοιες προτάσεις από Γερμανούς και Φράγκους βασιλείς στο παρελθόν είχαν πέσει στο κενό. Για την επιλογή αυτή του Βλαδίμηρου πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν και ένα δεύτερο δεδομένο: λόγω των χρημάτων που διέθεταν και της γεωγραφικής εγγύτητας, οι βυζαντινοί ήταν οι καλύτεροι πελάτες των προϊόντων του. Η πρόσδεση των Ρως στο βυζαντινό άρμα σήμαινε ακόμη περισσότερη κίνηση στην Εμπορική Οδό Βαράγγων - Ελλήνων, άρα περισσότερο πλούτο στα θησαυροφυλάκια του Κιέβου. Πέραν όμως των οικονομικών και διπλωματικών οφελημάτων, η νέα θρησκεία λειτούργησε και ως εκσυγχρονιστική ιδεολογία που ομογενοποίησε πολιτισμικά τη βαραγγική ελίτ με τοσλαβικό απλό λαό του Κράτους των Ρως. Οι βυζαντινοί διέθεταν ήδη λειτουργικά κείμενα γραμμένα στο Κυριλλικό αλφάβητο, αλλά και ένα πλήθος μεταφράσεων Ελλήνων συγγραφέων στα σλαβικά. Η ύπαρξη αυτών των μεταφράσεων έφερε σε επαφή τους Ρως με την ελληνική γραμματεία χωρίς να χρειασθεί να μάθουν ελληνικά. Απόκτησαν έτσι το υπόβαθρο για να δημιουργήσουν τη δική τους λογοτεχνία, τέχνη και αργότερα επιστήμη, συγκροτώντας για πρώτη φορά δική τους ενιαία πολιτισμική επικράτεια. Ως τελικό συμπέρασμα, δεν είναι υπερβολή ότι η εισαγωγή του χριστιανισμού ισοδυναμεί με τη ληξιαρχική πράξη γέννησης αυτού που σήμερα ονομάζουμε ρωσικό πολιτισμό.
Στις 27 Αυγούστου 1922 οι Τούρκοι μπαίνουν στην Σμύρνη.Το τι ακολούθησε το περιγράφουν με τις εξαιρετικές τους πένες τρεις συγγραφείς -δύο ξένοι και η Διδώ Σωτηρίου- κι ένας διπλωμάτης.Το “Παρίσι της Μέσης Ανατολής” καταστράφηκε από τις ορδές των βαρβάρων του Κεμάλ…Η κεμαλική τουρκική δημοκρατία “γεννιόταν” με τον μοναδικό τρόπο που θα μπορούσε να “γεννηθεί”: με φρίκη και αίμα.Κι όπως γεννήθηκε έτσι συνεχίζει να πορεύεται στην περιοχή.Είτε με κεμαλιστές,είτε με ισλαμιστές…
Τα κείμενα που ακολουθούν περιγράφουν στιγμές του δράματος στη Σμύρνη…
Η “Γκιαούρ Ιζμίρ” καίγεται…
Στην απερίγραπτη σύγχυση και στον τρόμο που ήδη επικρατούσε είχε τώρα προστεθεί και η φρίκη της πυρκαγιάς που θρασομανούσε, μιας πυρκαγιάς που κατέτρωγε τα πάντα στο περάσμά της. Η Γκιαούρ Ιζμίρ, η «άπιστη» Σμύρνη, όπως την αποκαλούσαν οι Τούρκοι, ήταν καταδικασμένη.
Πριν και ύστερα από την κατάληψη, οι κάτοικοι της πόλης συσσωρεύονταν στη μακριά προκυμαία εκλιπαρώντας να επιβιβαστούν σε οποιοδήποτε πλεούμενο μπορούσε και ήθελε να τους πάρει. Τώρα όμως, με την πόλη αγκαλιασμένη από τις φλόγες, η προκυμαία είχε πλημμυρίσει απ’ όλους όσοι είχαν μοναδική τους ελπίδα τη φυγή. Είναι αδύνατον να αναφερθούν ακριβείς αριθμοί αναφορικά με την καταστροφή της Σμύρνης, αλλά, διασταυρώνοντας τις πληροφορίες της μιας Αρχής με αυτές των άλλων, υπολογίζεται ότι περίπου 100.000 άτομα σφαγιάστηκαν, 280.000 είχαν συνωστισθεί στην προκυμαία ικετεύοντας για τη σωτηρία τους και 160.000 ακόμα εκτοπίστηκαν από τους Τούρκους στο εσωτερικό για να μην ξαναφανούν ποτέ. Οι λεπτομέρειες πάνω σ’ αυτά είναι τόσο πολλές, ώστε κάθε περιγραφή θα ήταν ατελής. Είναι ένας πίνακας πολύ μεγάλος και πολύ φρικτός για να τον ζωγραφίσει κανείς. Οι μαθήτριες του Αμερικανικού Κολεγιακού Ινστιτούτου κι εκείνες της Αρμενικής Σχολής Θηλέων, που βρισκόταν απέναντι, έπεσαν στα χέρια των Τούρκων. Μαζί τους βρίσκονταν 1.300 πρόσφυγες, που είχαν καταφύγει στα κτίρια του κολεγίου. Είναι πολύ οδυνηρό να αναλογίζεται κανείς την τύχη αυτών των κοριτσιών, που εκπαιδεύονταν σ’ ένα αμερικανικό ίδρυμα σύμφωνα με τα αμερικανικά ιδανικά και τον αμερικανικό τρόπο σκέψης και βρέθηκαν στο έλεος ανθρώπων ανελέητων, που συνδύαζαν τη θηριωδία του Μογγόλου με την πανούργα σκληρότητα της κατώτερης ανατολίτικης κάστας. Όμως, παρά το γεγονός ότι το λιμάνι της Σμύρνης ήταν γεμάτο συμμαχικά πολεμικά πλοία, δε βρέθηκε κανείς να τις σώσει και χάθηκαν.
Το μεγάλο πλήθος είχε συνωστισθεί τόσο ασφυκτικά στην προκυμαία, ώστε, όταν κάποιος πέθαινε, δεν μπορούσε να πέσει, αλλά συνέχιζε να παραμένει όρθιος, στηριζόμενος αναγκαστικά από τους διπλανούς του. Από τη μια πλευρά υπήρχε το λιμάνι, από την άλλη μια αραιή γραμμή ναυτών από τα συμμαχικά πλοία, τοποθετημένων εκεί, υποτίθεται, για να προστατεύσουν τους πρόσφυγες, ενώ στην πραγματικότητα αδυνατούσαν να κάνουν κάτι παραπάνω από το να προστατεύσουν τους ομοεθνείς τους και μόνο εκείνους. Οι Βρετανοί, που οι Τούρκοι τους μισούσαν, δεν μπορούσαν να κάνουν σχεδόν τίποτα. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί, που έτρεφαν έντονα φιλοτουρκικά αισθήματα, πρόσφεραν πολύ λίγη βοήθεια. Οι Αμερικανοί, με τα χέρια δεμένα από μια άδικη διαταγή, έκαναν ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό κάτω από τις περιστάσεις. Πίσω από τη λεπτή γραμμή των Συμμάχων βρίσκονταν τα σπίτια που έβλεπαν προς τη θάλασσα και πίσω απ’ αυτά η φλεγόμενη πόλη, στεφανωμένη από σύννεφα καπνού, μέσα από τα οποία ξεπετάγονταν θριαμβευτικά γλώσσες φωτιάς. ∆εν υπήρχε κανείς να προστατεύσει τους Έλληνες και τους Αρμενίους, που αποτελούσαν το 99% εκείνων που συνωστίζονταν στην προκυμαία σε αναζήτηση καταφυγίου. Τις ημέρες και τις νύχτες που ακολούθησαν, ομάδες Τούρκων ορμούσαν στο τρομοκρατημένο ανθρώπινο κοπάδι, άρπαζαν δέκα είκοσι γυναίκες και τις έπαιρναν μαζί τους ή τις βίαζαν και τις έσφαζαν εκεί κοντά.
Εdward Hale Bierstadt, Η Μεγάλη Προδοσία
Η τελευταία εικόνα της καιόμενης Σμύρνης από τον George Horton, Αμερικανό Πρόξενο στη Σμύρνη
Η τελευταία εικόνα της άτυχης Σμύρνης χαράχτηκε για πάντα στη μνήμη μου: τεράστια σύννεφα καπνού να ανεβαίνουν ψηλά, ως τον ουρανό, αμέτρητα πλήθη προσφύγων να συνωστίζονται στη στενή προκυμαία και ένας πάνοπλος και παντοδύναμος πολεμικός στόλος να παρακολουθεί αμέτοχος -από πολύ κοντά- όσα συνέβαιναν.
Όταν το αντιτορπιλικό μας απομακρύνθηκε και άρχισε να νυχτώνει, έβλεπα τις φλόγες να απλώνονται σε μια τεράστια έκταση και να γίνονται όλο και πιο έντονες, ασκώντας μια σατανική γοητεία. Οι ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι λένε ότι μόνο ένα προηγούμενο υπάρχει σε βαρβαρότητα: η καταστροφή της Καρχηδόνας από τους Ρωμαίους.
Της Σμύρνης δεν της έλειψε καμιά από τις πρωτόγονες ωμότητες του ανθρώπινου πάθους που υποβιβάζει τον άνδρα σε επίπεδο κατώτερο και από του κτήνους. Σε όλη τη διάρκεια αυτού του δράματος, που ήταν διαβολικής συλλήψεως, οι Τούρκοι δε σταμάτησαν ούτε λεπτό το πλιάτσικο και τους βιασμούς. Θα μπορούσα να καταλάβω ακόμα και το βιασμό, μια που σχετίζεται με ένα ακατανίκητο ένστικτο και μάλιστα σε μια φάση που τα πάθη και τα μίση είναι τόσο έντονα και τη στιγμή που ο λαός ο οποίος ξεσπάει είναι χαμηλής νοημοσύνης και πολιτισμού. Αλλά η καταλήστευση χριστιανών γυναικών και κοριτσιών δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε σε θρησκευτικό φανατισμό ούτε σε αχαλίνωτο ερωτικό πάθος. Ένα από τα πιο βασανιστικά αισθήματά μου εκείνες τις μέρες ήταν της ντροπής· ντρεπόμουν που ανήκα στο ανθρώπινο γένος. Στην καταστροφή της Σμύρνης πάντως συνέβη και κάτι που δεν είχε προηγούμενο ούτε στην περίπτωση της Καρχηδόνας. Εκεί δεν υπήρχε συνασπισμένος πολεμικός στόλος χριστιανών να παρακολουθεί αμέτοχα ένα δράμα που είχε προκληθεί από τις ομόθρησκες κυβερνήσεις του. Στην Καρχηδόνα δεν υπήρχαν αμερικανικά αντιτορπιλικά.
Οι Τούρκοι ικανοποιούσαν ελεύθερα όλες τις ζωώδεις ανάγκες τους για σφαγή, βιασμό και πλιάτσικο σε απόσταση βολής από τα συμμαχικά πολεμικά πλοία. Η συστηματική ουδετερότητα τους είχε δώσει, και πολύ ορθά όπως αποδείχθηκε, την εντύπωση ότι καμιά ∆ύναμη δε θα αναμειγνυόταν στα «εσωτερικά» τους. Οι Τούρκοι θα έρχονταν αμέσως στα συγκαλά τους αν έστω και δύο διοικητές του συμμαχικού στόλου έπαιρναν την πρωτοβουλία να ρίξουν άσφαιρα πυρά ή μια οβίδα χωρίς γόμωση προς τον τουρκικό τομέα.
Η εικόνα των πολεμικών πλοίων στο λιμάνι της Σμύρνης το σωτήριο έτος 1922, να παρακολουθούν σιωπηλά την τελευταία πράξη της τραγωδίας των χριστιανών της Τουρκίας, ήταν ίσως η πιο θλιβερή και πιο σημαντική απ’ όλες.
George Horton, Αναφορικά με την Τουρκία
ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ
Τις πρώτες τρεις ημέρες της κατοχής οι λεηλασίες, οι βιαιότητες και οι φόνοι συνεχίστηκαν. Ήταν μια σφαγή με όλες τις συνακόλουθές της φρικαλεότητες, αλλά Τούρκοι φρουροί είχαν τοποθετηθεί σε όλες τις εισόδους της αρμενικής συνοικίας για να εμποδίσουν όσο ήταν δυνατόν τους Ευρωπαίους να μάθουν τι συνέβαινε. Την πρώτη ημέρα οι πρόξενοι των διάφορων ∆υνάμεων τρόμαξαν και διαμαρτυρήθηκαν στον Τούρκο στρατιωτικό διοικητή Νουρεντίν, που τους διαβεβαίωσε ότι η τάξη επρόκειτο να αποκατασταθεί. Αυτή η υπόσχεση τηρήθηκε σε γενικές γραμμές μέχρι την πυρκαγιά, όσον αφορά την ευρωπαϊκή συνοικία, αλλά στο μεταξύ απερίγραπτες σκηνές εκτυλίσσονταν στον ελληνικό και στον αρμενικό τομέα. Είναι αξιοσημείωτο ότι, όταν προτάθηκε στο γενικό πρόξενο της Γαλλίας να συνοδεύσει τους άλλους πρόξενους για να διαμαρτυρηθούν στον Νουρεντίν, εκείνος αρνήθηκε και αντιπρότεινε να πάνε όλοι μαζί και να συγχαρούν τον κυβερνήτη για την τουρκική νίκη. Η πρότασή του απορρίφθηκε.
Το Σάββατο το βράδυ σημειώθηκε η πρώτη καταστροφή αμερικανικής περιουσίας. Το σπίτι του δρα και της κυρίας Μπιρτζ, κοντά στο Αμερικανικό ∆ιεθνές Ινστιτούτο Αρρένων στον Παράδεισο, ένα προάστιο της Σμύρνης, λεηλατήθηκε άγρια αν και είχε αναρτημένη την αμερικανική σημαία. Πρέπει να σημειωθεί ότι όλο αυτό τον καιρό στο ένα μέρος της πόλης ήξεραν πολύ λίγο τα όσα συνέβαιναν στο άλλο. Στο όλο πανόραμα μπορούσες μόνο να δεις φευγαλέα τι συνέβαινε εδώ κι εκεί. Το Σάββατο, η Κυριακή, η ∆ευτέρα και η Τρίτη αφιερώθηκαν στη λεηλασία της ελληνικής και της αρμενικής συνοικίας, στη σφαγή των κατοίκων τους και στις εναντίον τους βιαιοπραγίες. Όσο ήταν δυνατόν όμως αυτά αποκρύπτονταν, γιατί ο Κεμάλ παρίστανε στον κόσμο τον ηγέτη του «νέου τουρκικού πολιτισμού» και ήταν ουσιώδες γι’ αυτόν να διατηρηθεί τούτη η αυταπάτη. Την Κυριακή, ο ίδιος ο Κεμάλ μπήκε στην πόλη επευφημούμενος σαν «γαζί», δηλαδή κατακτητής.
Edward Hale Bierstadt, Η Μεγάλη Προδοσία
ΣΜΥΡΝΗ ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΠΟΛΗ _ 2
Η ΣΜΥΡΝΗ ΚΑΙΓΕΤΑΙ
– Φωτιά!
– Φωτιά!
– Βάλαν φωτιά στη Σμύρνη!
Πεταχτήκαμε ορθοί. Κοκκινόμαυρες φλόγες τινάζονταν στον ουρανό, χοροπηδηχτές.
– Είναι κατά την Αρμενογειτονιά.
– Κατά κει φαίνεται νάναι.
– Πάλι οι Αρμεναίοι θα τα πλερώσουνε!
– Αποκλείεται να κάψουνε ολόκληρη τη Σμύρνη. Ποιο συμφέρον έχουνε; Αφού έγινε πια δική τους…
– Ποιο συμφέρον είχαμε μεις που καίγαμε τα τουρκοχώρια στην υποχώρηση;
Η φωτιά απλωνόταν παντού. Ντουμάνιασε ο ουρανός. Μαύρα σύννεφα ανηφορίζανε και μπερδευότανε το ένα με τ’ άλλο. Κόσμος, εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος, τρελός από φόβο, αρχίνησε να τρέχει απ’ όλα τα στενοσόκακα και τους βερχανέδες και να ξεχύνεται στην παραλία σαν μαύρο ποτάμι.
– Σφαγή! Σφαγή!
– Παναγιά, βοήθα!
– Προφτάστε!
– Σώστε μας!
Η μάζα πυκνώνει, δεν ξεχωρίζεις ανθρώπους, μα ένα μαύρο ποτάμι που κουνιέται πέρα δώθε απελπισμένα, δίχως να μπορεί να σταθεί ούτε να προχωρήσει. Μπρος θάλασσα, πίσω φωτιά και σφαγή! Ένας αχός κατρακυλάει από τα βάθη της πολιτείας και σπέρνει τον πανικό.
– Τούρκοι!
– Τσέτες!
– Μας σφάζουνε!
– Έλεος!
Η θάλασσα δεν είναι πια εμπόδιο. Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουνε και πνίγονται. Τα κορμιά σκεπάζουνε τα νερά σαν να ’ναι μόλος. Οι δρόμοι γεμίζουνε κι αδειάζουνε και ξαναγεμίζουνε. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά ποδοπατιούνται, στριμώχνονται, λιποθυμούνε, ξεψυχούνε. Τους τρελαίνουν οι χατζάρες, οι ξιφολόγχες, οι σφαίρες των τσέτηδων!
– Βουρ, κεραταλάρ! (χτυπήστε τους κερατάδες!)
Το βράδυ το μονοφώνι κορυφώνεται. Η σφαγή δε σταματά. Μόνο όταν τα πλοία ρίχνουνε προβολείς γίνεται μια πρόσκαιρη ησυχία. Μερικοί που καταφέρανε να φτάσουνε ζωντανοί ίσαμε τη μαούνα, μιας ιστορούνε το τι γίνεται όξω, στις γειτονιές. Οι τσέτες του Μπεχλιβάν και οι στρατιώτες του Νουρεντίν τρώνε ανθρώπινο κρέας. Σπάζουνε, πλιατσικολογούνε σπίτια και μαγαζιά. Όπου βρούνε ζωντανούς, τους τραβούνε όξω και τους βασανίζουνε. Σταυρώνουνε παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουνε μισοπεθαμένα κορίτσια κι αγόρια πάνω στις Άγιες Τράπεζες και τ’ ατιμάζουνε. Απ’ τον Αι-Κωνσταντίνο και το Ταραγάτς ίσαμε το Μπαλτσόβα το τούρκικο μαχαίρι θερίζει.
Η φωτιά όλη νύχτα αποτελειώνει το χαλασμό. Γκρεμίζονται τοίχοι, θρυμματίζονται γυαλιά. Οι φλόγες κριτσανίζουνε μαδέρια, έπιπλα και φτούνε σιδερικά· ξεθεμελιώνουνε την πολιτεία ολόκληρη. Απλώνουν πάνω στα έργα των ανθρώπων και τα διαλύουνε. Σπίτια, εργοστάσια, σκολειά, εκκλησίες, μουσεία, νοσοκομεία, βιβλιοθήκες, θέατρα, αμύθητοι θησαυροί, κόποι, δημιουργίες αιώνων· εξαφανίζουνται κι αφήνουνε στάχτη και καπνούς.
Αχ, γκρέμισε ο κόσμος μας! Γκρέμισε η Σμύρνη μας! Γκρέμισε η ζωή μας! Η καρδιά, τρομαγμένο πουλί, δεν ξέρει πού να κρυφτεί. Ο τρόμος, ένας ανελέητος καταλυτής άδραξε στα νύχια του εκείνο το πλήθος και το αλάλιασε. Ο τρόμος ξεπερνάει το θάνατο. ∆ε φοβάσαι το θάνατο· φοβάσαι τον τρόμο. Ο τρόμος έχει τώρα το πρόσταγμα. Τσαλαπατά την ανθρωπιά. Αρχίζει από το ρούχο και φτάνει ίσαμε την καρδιά. Λέει: Γονάτισε, γκιαούρη! Και γονατίζει. Ξεγυμνώσου! Και ξεγυμνώνεται. Άνοιξε τα σκέλια σου! Και τ’ ανοίγει. Χόρεψε! Και χορεύει. Φτύσε την τιμή σου και την πατρίδα σου! Και φτύνει. Απαρνήσου την πίστη σου! Και την απαρνιέται. Αχ ο τρόμος! Όποια γλώσσα κι αν μιλάς, λόγια δε θα βρεις να τον περιγράψεις.
Τι κάνουν, λοιπόν, οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναύαρχοι με τα χρυσά σιρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Αντάντ! Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς, για να μη φτάνουν ίσαμε τ’ αφτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πως μια, μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε!
∆ιδώ Σωτηρίου, Ματωμένα Χώματα
H Katastrofi tou 1922 The Destruction of Smyrna Μικρασιατικη καταστροφη
Η ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ
Την Τετάρτη, 13 του μηνός, προς το μεσημέρι, άκουσα να φωνάζουν «Φωτιά!». Ανέβηκα στην ταράτσα του σπιτιού μου. Οι πρώτες λάμψεις της πυρκαγιάς ήταν ορατές. Έδιναν την εντύπωση ενός τεράστιου μισοφέγγαρου του οποίου η μια κορυφή μπορούσε να τοποθετηθεί στα βορειοανατολικά και η άλλη στο άκρο της νοητής γραμμής από την «Τράπεζα της Ανατολής» προς τα ανατολικά· το μέσο της καμπύλης βρισκόταν στα περίχωρα του Μπασμαχανέ (του σταθμού της σιδηροδρομικής γραμμής του Κασαμπά). Αυτό το μισοφέγγαρο αγκάλιαζε όλο το ελληνικό τμήμα της πόλης και στένευε προοδευτικά, όσο προχωρούσε νοτιοδυτικά.
Το βράδυ της ίδιας νύχτας, καθώς η φωτιά πλησίαζε, αφήσαμε το σπίτι μας κουβαλώντας μόνο ένα μπόγο με τα απαραίτητα. Πήγαμε στο σπίτι του φίλου μας S. J. στην Προκυμαία. Εκεί γινόταν πανδαιμόνιο. Τα ζώα και οι βοϊδάμαξες ανακατεύονταν με τους ανθρώπους οι οποίοι στην τρελή τους βιασύνη τις είχαν φορτώσει με τα πιο αταίριαστα και συχνά τα πιο άχρηστα πράγματα.
René Puaux, Οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης
Η ΦΩΤΙΑ
Τη ∆ευτέρα και την Τρίτη η μια φρικαλεότητα διαδεχόταν την άλλη. Το χειρότερο δεν είχε ακόμα συμβεί. Το απόγευμα της Τετάρτης 13 Σεπτεμβρίου άρχισε η φωτιά που έμελλε να αφανίσει τα 2/3 της Σμύρνης. Καθώς μερικοί αμφιβάλλουν αναφορικά με το ποιος είναι υπεύθυνος για το άναμμα της φωτιάς, ας αναφέρουμε την αφήγηση ενός αυτόπτη μάρτυρα, της δεσποινίδας Μίνι Μιλς, διευθύντριας του Κολεγιακού Ινστιτούτου Θηλέων της Σμύρνης. Η δεσπονίς Μιλς αφηγείται:
«Λίγο μετά το γεύμα ξέσπασε πολύ κοντά στο σχολείο μια φωτιά που εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα. Είδα με τα ίδια μου τα μάτια έναν Τούρκο αξιωματικό να μπαίνει στο σπίτι κρατώντας μικρούς τενεκέδες πετρελαίου ή βενζίνης και σε μερικά λεπτά το σπίτι τυλίχτηκε στις φλόγες. Οι δάσκαλοι και οι μαθήτριές μας είδαν Τούρκους στρατιώτες, και σε πολλές περιπτώσεις ένστολους αξιωματικούς, να χρησιμοποιούν μακριά ραβδιά στην άκρη των οποίων ήταν δεμένα κουρέλια, να βουτάνε τα κουρέλια σε τενεκέδες με υγρό και να μπαίνουν σε σπίτια, που τυλίγονταν αμέσως στις φλόγες. Στους δρόμους δεν υπήρχε εκείνη τη στιγμή κανείς άλλος εκτός από ομάδες Τούρκων στρατιωτών. Ενώ η φωτιά άρχισε ακριβώς απέναντι από το κτίριο της σχολής μας, κάθε τρίτο ή πέμπτο σπίτι της συνοικίας – της αρμενικής συνοικίας – φλεγόταν…
Ο άνεμος, αν και όχι πολύ δυνατός, έπνεε από τη μεριά της τουρκικής συνοικίας προς αυτή των χριστιανικών συνοικιών και, όπως φαίνεται, οι δράστες περίμεναν μέχρι να εμφανιστεί αυτός ο ευνοϊκός άνεμος».
Με τη μαρτυρία της δεσποινίδας Μιλς συμφωνούν και πολλοί άλλοι μάρτυρες. Ο κύριος Τζάκουιθ της Νίαρ Ιστ Ριλίφ, στην αναφορά του στο ναύαρχο Μπρίστολ, πιστοποίησε ότι είδε άτομα να ρίχνουν πετρέλαιο σε κτίρια και, καθώς ήταν παρόντες εκεί Τούρκοι στρατιώτες, θα ήταν λογικό να συμπεράνει κανείς ότι οι εμπρηστές ήταν επίσης Τούρκοι. Ο ταγματάρχης Ντέιβις, του Ερυθρού Σταυρού, είδε Τούρκους να καταβρέχουν τους δρόμους και τα σπίτια κατά μήκος της πυρκαγιάς με ένα υγρό. Βούτηξε το δάχτυλό του στο υγρό και το έγλειψε. Ήταν πετρέλαιο. Από τον πύργο του Μακ Λάχλαν Χολ, η κυρία Μπριτζ είδε Τούρκους στρατιώτες να μπαίνουν σε σπίτια κρατώντας τενεκέδες και λίγα λεπτά αργότερα είδε τα σπίτια αυτά να τυλίγονται στις φλόγες
Edward Hale Bierstadt, Η Μεγάλη Προδοσία
ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ
Άλλες μαρτυρίες λένε:
«Το Ιταλικό και Γαλλικό Προξενείο μοίρασαν σε πολλά άτομα ταυτότητες που πιστοποιούσαν τάχα πως ήταν Καθολικοί· μερικοί μπόρεσαν να σωθούν μ’ αυτό το τέχνασμα. Άλλοι όμως, παρά τις ταυτότητες, είχαν συλληφθεί από τους Τούρκους χωροφύλακες που δεν αναγνώριζαν την ισχύ τους. Το Αμερικανικό Προξενείο έδειξε μεγάλη δραστηριότητα για τη σωτηρία των γυναικών και των παιδιών και διευκόλυνε την αναχώρησή τους».
Φαίνεται πως οι Ευρωπαϊκές ναυτικές δυνάμεις δεν τόλμησαν να επέμβουν με δυναμικές ενέργειες που θα ήταν απαραίτητες, για να προστατευθούν αποτελεσματικά οι δύστυχοι εκείνοι άνθρωποι, που ήθελαν να δραπετεύσουν απ’ αυτή την κόλαση. Εκτός από τις ομάδες επιφυλακής, που φρουρούσαν τα προξενεία και τις εγκαταστάσεις στις οποίες κυμάτιζε κάποια εθνική σημαία, κατά τα άλλα περιορίζονταν στην τήρηση της τάξης κατά την επιβίβαση. Αφού δηλαδή οι πρόσφυγες είχαν περάσει από το ανακριτικό κόσκινο του τουρκικού στρατού και αφού τους είχαν ήδη κλέψει τα πάντα, τα κακόμοιρα αυτά ανθρώπινα ράκη αφήνονταν από τους βασανιστές τους, που σάρκαζαν τις καλές υπηρεσίες της επίσημης Ευρώπης.
Οι μόνοι που έβαλαν πάνω απ’ όλα την ανθρωπιά είναι οι Αμερικανοί οι οποίοι με απλούστατους και δραστικούς τρόπους επιβίβαζαν όλους όσοι έφθαναν μέχρι αυτούς, χωρίς να ζητάνε διαβατήρια ή ταυτότητες και χωρίς να νοιάζονται για τις διαμαρτυρίες των Τούρκων.
Εάν εξαρχής οι Σύμμαχοι που διέθεταν ιδιαίτερα ικανοποιητικές δυνάμεις πεζοναυτών γι’ αυτό το σκοπό, είχαν δημιουργήσει στην περιφέρεια της Πούντας, όπου είχε καταφύγει η πλειοψηφία των πληγέντων, έναν προστατευμένο καταυλισμό, οι Κεμαλικοί που παρά τη διαγωγή τους σέβονταν – ή τουλάχιστον σέβονταν μέχρι τότε – τις ∆υνάμεις, δε θα τολμούσαν να παραβιάσουν το φράγμα που θα είχε υψωθεί, και η τεράστια πλειοψηφία των Σμυρναίων κατά πάσα πιθανότητα θα είχε σωθεί.
Το μόνο που χρειαζόταν ήταν πρωτοβουλία και συνεννόηση. Θα λεχθεί πως μια τέτοια τακτική ισοδυναμούσε με επέμβαση στην ελληνοτουρκική διένεξη και πως η ουδετερότητα απαιτούσε να κρατηθεί στάση παθητικού θεατή.
Το σκεπτικό αυτό είναι πολιτικά, νομικά και ανθρωπιστικά λαθεμένο.
Από πολιτική πλευρά, καμία από τις εν λόγω δυνάμεις – μιλάω για την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία – δεν είχε υπογράψει ειρήνη με την Τουρκία και το σύμφωνο της Άγκυρας το επικαλούνταν πάντοτε εκείνοι που το σύναψαν, ως ρυθμιστική συνθήκη μιας συγκεκριμένης κατάστασης στην Κιλικία· μια συνθήκη που σέβονταν τη σύναψή της, για να υποδηλώσουν την επιθυμία μιας φιλικής διευθέτησης των υπόλοιπων δυσκολιών, αλλά δεν ισοδυναμούσε με καθεστώς ειρήνης.
Από νομική πλευρά, η προστασία του άμαχου πληθυσμού μιας κατειλημμένης πόλης προβλέπεται από το ∆ιεθνές ∆ίκαιο. Από ανθρωπιστική, τέλος, πλευρά, εφόσον τα ναυτικά αγήματα προστάτευαν τα νοσοκομεία των Καθολικών, χωρίς η ενέργεια αυτή να έχει αυστηρά επίσημο χαρακτήρα, το μέτρο θα μπορούσε να επεκταθεί σε όλους όσοι αισθάνονταν ότι βρίσκονταν σε κίνδυνο. Από τη στιγμή που οι Τούρκοι δεν αναγνώριζαν τη συνθηκολόγηση, οι εγκαταστάσεις μας, που παρείχαν άσυλο, δεν έχαιραν πλέον των προνομίων συνθηκολόγησης. Βρίσκονταν υπό την καθαρά θεωρητική προστασία της γαλλικής σημαίας την οποία ναυτικά αγήματα καθιστούσαν λίγο πιο αποτελεσματική. Μια δυναμική απόβαση υπό την ακαταμάχητη προστασία των κανονιών του στόλου θα ήταν ασφαλώς αποφασιστικής σημασίας.
Θα τελειώσουμε, παραθέτοντας την ιστορική πλευρά: Υπάρχει το προηγούμενο του Ναβαρίνου το 1827 και της Κρήτης το 1897, όταν οι ναύαρχοι, χωρίς να περιμένουν οδηγίες από τις κυβερνήσεις τους, έδρασαν με δική τους πρωτοβουλία και με τα γνωστά επιτυχή και καίρια αποτελέσματα.
Όταν πληροφορήθηκαν στη Μυτιλήνη οι πρώτοι πρόσφυγες (εννοώ εκείνους που δεν είδαν την πυρκαγιά) ότι ο Νουρεντίν πασάς δεν έδινε άλλη προθεσμία από αυτή των δεκαπέντε ημερών για την αναχώρηση των χριστιανών, η ανησυχία τους κορυφώθηκε. Η Επιτροπή των Σμυρναίων της Μυτιλήνης κατάφερε, εξαιτίας των περιορισμένων οικονομικών της δυνατοτήτων, να ναυλώσει μόνο τέσσερα ατμόπλοια τα οποία μετέφεραν στη Μυτιλήνη 12.000 γυναικόπαιδα περίπου, καθώς και κάποιο περιορισμένο αριθμό ηλικιωμένων ανδρών. Όταν τα τέσσερα πλοία που ήταν προηγουμένως στη Σμύρνη, δε θέλησαν να επιστρέψουν εκεί, και οι εκκλήσεις δεν εισακούστηκαν, ένας απεσταλμένος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και ο Οικουμενικός Πατριάρχης μπόρεσε να επιτύχει την παρέμβαση της Αγγλικής κυβέρνησης.
Πάνω από διακόσια ελληνικά ατμόπλοια με κατεβασμένες τις σημαίες τους εισήλθαν στο λιμάνι της Σμύρνης υπό την προστασία αγγλικών και αμερικανικών πολεμικών πλοίων. Τα πλοία αυτά πλεύρισαν την αποβάθρα της σιδηροδρομικής γραμμής Αϊδινίου – Πούντας, που χωρίζεται από τη στεριά με ένα σιδερένιο κιγκλίδωμα. Αλλά, για να επιβιβαστούν οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες και τα παιδιά, έπρεπε να περάσουν από το κιγκλίδωμα αυτό του οποίου οι έξοδοι φυλάσσονταν από ένα στοίχο Τούρκων στρατιωτών και αξιωματικών. Οι πρόσφυγες, λοιπόν, που αναγκάζονταν να διασχίσουν αυτό το στοίχο, ληστεύονταν από τους στρατιώτες. Τους έκαναν έρευνα επί τόπου και τους έκλεβαν κυνικά και με τον πιο κτηνώδη τρόπο όλα τους τα χρήματα και όλα τα αντικείμενα αξίας. Με τον ίδιο τρόπο οι Τούρκοι άρπαξαν διάφορα αντικείμενα που διασώθηκαν από την πυρκαγιά. Οι πρόσφυγες, λοιπόν, έφταναν σε κατάσταση έσχατης ένδειας και επιβιβάζονταν, έχοντας αφήσει πίσω τους ό,τι πιο πολύτιμο είχαν, τα παιδιά τους, τους άνδρες, τα αδέλφια τους… στα χέρια των Τούρκων.
René Puaux, Οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης
Ο όχλος λυντσάρει τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο
«Μια γαλλική περίπολος είκοσι ανδρών, την οποία συνόδευα μαζί με άλλους πολιτοφύλακες, ξεκίνησε αμέσως για τη μητρόπολη για να ζητήσει από το σεβασμιότατο Χρυσόστομο να καταφύγει στη Σακρέ Κερ ή στο γενικό προξενείο της Γαλλίας. Ο σεβασμιότατος Χρυσόστομος απέρριψε αυτή την προσφορά. Ως ‘ποιμένας’, είπε, έπρεπε να παραμείνει κοντά στο ποίμνιό του. Η περίπολος είχε μόλις ξεκινήσει για να φύγει όταν μια άμαξα με έναν Τούρκο αξιωματικό και δύο στρατιώτες με εφ’ όπλου λόγχη σταμάτησε στην είσοδο της μητρόπολης. Ο αξιωματικός προχώρησε ως το γραφείο του μητροπολίτη και του ζήτησε να τους ακολουθήσει ως το στρατιωτικό διοικητή, τον Νουρεντίν Πασά. Όταν τους είδα να παίρνουν μαζί τους το μητροπολίτη, συμβούλευσα την περίπολο να ακολουθήσει την άμαξα. Φτάσαμε στους Μεγάλους Στρατώνες, όπου ήταν η διαμονή του Νουρεντίν. Ο αξιωματικός οδήγησε το μητροπολίτη ενώπιον του τελευταίου. ∆έκα λεπτά αργότερα, ξανακατέβηκε κάτω. Την ίδια στιγμή, ο Νουρεντίν εμφανίστηκε στο μπαλκόνι του κτιρίου και, απευθυνόμενος στους 1.000-1.500 μουσουλμάνους που ήταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία, δήλωσε ότι τους παραδίδει το μητροπολίτη και πρόσθεσε: ‘Αν σας έχει κάνει καλό, κάντε του καλό, αν έχει βλάψει, βλάψτε τον’. Ο όχλος παρέλαβε τον σεβασμιότατο Χρυσόστομο και τον πήρε μαζί του. Λίγο πιο κάτω, μπροστά στο κουρείο ενός Ιταλού ευνοούμενού τους ονόματι Ισμαήλ, σταμάτησαν και έντυσαν το μητροπολίτη με την άσπρη ποδιά του κουρέα. Ύστερα άρχισαν να τον χτυπάνε με τις γροθιές τους και με ραβδιά και να τον φτύνουν στο πρόσωπο. Τον μαχαίρωσαν αμέτρητες φορές. Του ξερίζωσαν τα γένια, του έβγαλαν τα μάτια, του έκοψαν τη μύτη και τα αφτιά.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε τη σκηνή ως εκείνη τη στιγμή. Οι άντρες ήταν εκτός εαυτού, έτρεμαν από αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν, αλλά, υπακούοντας στις διαταγές που είχε, ο αξιωματικός τους εμπόδισε να επέμβουν, απειλώντας τους με το περίστροφό του.
Ύστερα, χάσαμε το μητροπολίτη από τα μάτια μας. Του κατάφεραν το τελικό πλήγμα λίγο παρακάτω».
Τον Αύγουστο του 479 π.Χ. (στις 27 Αυγούστου, κατά μία εκδοχή) οι Έλληνες νικούν του Πέρσες στην πεδιάδα των Πλαταιών και εξαφανίζουν οριστικά την περσική απειλή από τον ελλαδικό χώρο.
Ο Περσικός στρατός υπό τον Μαρδόνιο, αφού ξεχειμώνιασε στη Θεσσαλία, ετοιμάσθηκε την άνοιξη του 479 π.X. να επιτεθεί εκ νέου κατά της Αθήνας. Προτού όμως ξεκινήσει, ο Μαρδόνιος έστειλε στην Αθήνα το σύμμαχό του και υποτελή βασιλέα της Μακεδονίας, Αλέξανδρο Α’, με συγκεκριμένες προτάσεις ειρήνης. Πρότεινε στους Αθηναίους να γίνουν σύμμαχοί του κι αυτός θα αναλάμβανε όχι μόνο να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη πόλη και τους ναούς της, αλλά θα τους καθιστούσε ηγεμόνες της Ελλάδας.
Η θέση των Αθηναίων, που επιστρέφοντας από τη Σαλαμίνα μετά την περίφημη ναυμαχία (480 π.Χ.) βρήκαν την πόλη και τους ναούς τους ερείπια, ήταν απελπιστική. Εξ άλλου, οι Σπαρτιάτες, φοβούμενοι μήπως οι Αθηναίοι δελεασθούν από τις προτάσεις του Μαρδονίου και υποκύψουν, έστειλαν κι αυτοί πρέσβεις στην Αθήνα, με εντολή ν’ αποτρέψουν την παραδοχή των προτάσεων του Μαρδονίου από τους Αθηναίους.
Οι Αθηναίοι τότε αναδείχθηκαν άξιοι των περιστάσεων. Ανέθεσαν στον Αριστείδη να δώσει την πρέπουσα απάντηση και στις δυο αντιπροσωπείες. Στον μεν Αλέξανδρο είπε:
«Όσο ο ήλιος εξακολουθεί τον δρόμο του, οι Αθηναίοι δεν πρόκειται να γίνουν σύμμαχοι των Περσών. Κι επειδή έχουν τις ελπίδες στους θεούς, που τα ιερά και τα αγάλματά τους εμόλυναν και κατέστρεψαν οι Πέρσες, θα εξακολουθήσουν να πολεμούν για την ελευθερία τους». Στους δε Σπαρτιάτες απάντησε: «Ούτε τόσο χρυσάφι υπάρχει στη γη, ούτε χώρες τόσο πλούσιες, για να δεχθούμε να προδώσουμε την πατρίδα μας και να γίνουμε φίλοι των Περσών. Βιαστείτε μόνο να στείλετε βοήθεια, γιατί ο Μαρδόνιος γρήγορα θα έλθει εναντίον μας.»
Όταν ο Μαρδόνιος πληροφορήθηκε την απόρριψη των προτάσεών του, ξεκίνησε αμέσως από τη Θεσσαλία, εισέβαλε στην Αττική, που την κατέλαβε και τη λεηλάτησε. Έπειτα, αφού προχώρησε ως την Αθήνα, που τη βρήκε πάλι έρημη από κόσμο, κατάστρεψε ό,τι είχε απομείνει από την πρώτη καταστροφή κι επέστρεψε και στρατοπέδευσε στη Βοιωτία.
Οι Έλληνες με αρχηγό το βασιλιά της Σπάρτης Παυσανία και με την καθοριστική συμμετοχή των Αθηναίων υπό τον Αριστείδη, στην αρχή φοβήθηκαν και παρατάχθηκαν στις υπώρειες του Κιθαιρώνα. Ο Μαρδόνιος έστειλε εναντίον τους το Ιππικό του, αλλά οι Έλληνες απέκρουσαν την επίθεσή του και σκότωσαν τον αρχηγό του Μασίστιο. Το γεγονός αυτό τους έδωσε θάρρος, κατέβηκαν στην πεδιάδα κοντά στις Πλαταιές και στρατοπέδευσαν απέναντι από τους Πέρσες.
Πολύτιμες πληροφορίες για τις πολεμικές προετοιμασίες των Περσών έδωσε ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Αλέξανδρος Α’, σε μυστική του συνάντηση με τους Αθηναίους στρατηγούς τις παραμονές της μεγάλης μάχης. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, αφού διακήρυξε ότι είναι Έλληνας από παλιά γενιά, τους είπε ότι δεν θέλει να δει την πατρίδα του να πέφτει από τη λευτεριά της στη δουλεία.
Στην πεδιάδα των Πλαταιών έγινε μάχη φοβερή (στις 27 Αυγούστου 479 π.Χ. κατά μία εκδοχή), στην οποία οι Πέρσες έπαθαν μεγάλη καταστροφή. Όλος ο στρατός του Μαρδονίου κατανικήθηκε και διαλύθηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε από πέτρα, που του πέταξε ο Σπαρτιάτης Αρίμνηστος και τον χτύπησε στο κεφάλι. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, από τις 300.000 των Περσών και των Ελλήνων συμμάχων τους μόνο 40.000 γλίτωσαν και εγκατέλειψαν τον ελλαδικό χώρο με επικεφαλής τον Αρτάβαζο. Από τους 110.000 Έλληνες, έπεσαν στο πεδίο της μάχης 1360 στρατιώτες, που τάφηκαν επί τόπου με μεγάλες τιμές.
Τα άφθονα λάφυρα που κυρίευσαν οι Έλληνες στις Πλαταιές, τα μοιράσθηκαν μεταξύ τους, αφού αφιέρωσαν μεγάλο μέρος από αυτά στους θεούς. Μετά τη νίκη τους, οι Έλληνες τιμώρησαν του Θηβαίους, που είχαν συμμαχήσει με τους Πέρσες και διέλυσαν τη Βοιωτική Ομοσπονδία, στην οποία η Θήβα είχε ηγετική θέση.
Η απόκρουση και η εκμηδένιση και της δεύτερης περσική εισβολής (480-479 π.Χ.) είναι ένα γεγονός με πολύ μεγάλη σημασία για τον ελληνικό κόσμο, αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο. Οι ελληνικές πόλεις εξασφάλισαν την ελευθερία τους, δηλαδή την απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική, πολιτική, και πολιτιστική τους ανάπτυξη. Μπόρεσαν, έτσι, στα χρόνια που ακολούθησαν, να δημιουργήσουν ένα λαμπρό πολιτισμό, τα επιτεύγματα του οποίου έγιναν κτήμα ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Ο Σολωμός Σολωμού (1970 - 14 Αυγούστου 1996) ήταν Ελληνοκύπριος από το Παραλίμνι, γνωστός σήμερα μέσα από τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του, την ημέρα της κηδείας του Τάσου Ισαάκ στην Κύπρο. Στις 24 Ιουνίου 2008 το ευρωπαϊκό δικαστήριο βρήκε ένοχη την Τουρκία για την δολοφονία των Σολωμού και Ισαάκ. Σύμφωνα με το δικαστήριο, η Τουρκία κρίθηκε ένοχη για την παραβίαση του άρθρου 2 της ευρωπαϊκής συνθήκης για τα ανθρώπινα δικαιώματα γιατί δεν έγινε καμία έρευνα για να βρεθούν οι υπαίτιοι για τον θάνατο του. Επίσης εκδίκασε χρηματική αποζημίωση στην οικογένεια του Σολωμού. Tην ημέρα της κηδείας του Tάσου Iσαάκ, στις 14 Αυγούστου 1996, ημέρα μνήμης της κατάληψης της Aμμοχώστου, μία ομάδα από διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το οδόφραγμα της Δερύνειας για να εναποθέσουν στεφάνια και λουλούδια στο χώρο της δολοφονίας του Tάσου Iσαάκ. Η σκηνή μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, όταν εμφανίστηκε μια ομάδα «Γκρίζων Λύκων» και άρχισαν τον πετροπόλεμο. Ξαφνικά ξεπετάχτηκε μπροστά από τους διαδηλωτές ο Σολωμός Σολωμού και ξεφεύγοντας από τους Κυανόκρανους πέρασε στη νεκρή ζώνη και προσπάθησε ν΄ ανέβει σε έναν ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία, ενώ άλλοι διαδηλωτές προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. Tούρκοι ελεύθεροι σκοπευτές από το απέναντι τουρκικό φυλάκιο τον πυροβόλησαν και ο Σολωμός Σολωμού έπεσε νεκρός από σφαίρα στο λαιμό. Στη συνέχεια άρχισαν να ρίχνουν προς τους διαδηλωτές. Oι εθνοφρουροί πήραν θέση μάχης. H σορός του Σολωμού απομακρύνθηκε από την περιοχή. Επίσης, αρκετά ακόμα άτομα τραυματίστηκαν από τις σφαίρες των Tούρκων στο χώρο του επεισοδίου. Η δολοφονία του Τάσου Ισαάκ, τρεις ημέρες πριν εκείνης του εξαδέλφου του, Σ. Σολωμού Σύμφωνα με τις Ελληνοκυπριακές αρχές, ένας από τους δολοφόνους του Σολωμού Σολωμού, ήταν και ο Kενάν Aκίν, έποικος, πρώην αξιωματικός του τουρκικού στρατού, υπουργός του ψευδοκράτους και πράκτορας των Tουρκικών μυστικών Δυνάμεων.[1] Ομάδα ανακριτών του Αρχηγείου Αστυνομίας και της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αμμόχωστου, μετά από συντονισμένες εξετάσεις, εντόπισαν τους δράστες εναντίον των οποίων εκδόθηκαν διεθνή εντάλματα σύλληψης. Το υλικό που εξασφαλίσθηκε χρησιμοποιήθηκε για προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εναντίον της Τουρκίας. Κανένας από τους δράστες δεν συνελήφθη.
Ο Τάσος Ισαάκ (1972 - 11 Αυγούστου 1996) ήταν Ελληνοκύπριος ο οποίος δολοφονήθηκε στην διάρκεια αντικατοχικής διαδήλωσης στην περιοχή της νεκρής ζώνης, στη Δερύνεια της επαρχίας Αμμοχώστου. Τα γεγονότα Το 1996 η Kυπριακή Oμοσπονδία Mοτοσικλετιστών οργάνωσε αντικατοχική πορεία με αφετηρία το Βερολίνο και τερματισμό την κατεχόμενη Κερύνεια. H πορεία ξεκίνησε στις 2 Aυγούστου του 1996 από την πύλη του Βρανδεμβούργου στο Βερολίνο. Oι μοτοσικλετιστές ακολούθησαν μια μεγάλη διαδρομή μέσα από χώρες της Eυρώπης για να καταλήξουν στην Kύπρο στις 10 Αυγούστου. Στην πορεία συμμετείχαν και ξένοι μοτοσικλετιστές. Στις 11 Aυγούστου επτά χιλιάδες μοτοσικλετιστές θα πραγματοποιούσαν την αντικατοχική πορεία προς την Kερύνεια. Η Τουρκική κατοχική δύναμη απειλούσε ότι θα άνοιγε πυρ και αυτό ανησυχούσε τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Aπό την 1η Aυγούστου η πορεία απασχολούσε το Eθνικό Συμβούλιο και τα άλλα σώματα της κυβέρνησης. Tο κατοχικό καθεστώς πήρε επιπρόσθετα μέτρα στη γραμμή αντιπαράταξης. Παράλληλα, είχαν δοθεί εντολές να πυροβολούνται όσοι επιχειρούσαν να περάσουν στα κατεχόμενα. Oι μοτοσικλετιστές αρχικά φαίνονταν αποφασισμένοι να πραγματοποιήσουν την πορεία και να φθάσουν τελικά στην Kερύνεια, προβάλλοντας παράλληλα τη θέση ότι δεν είχαν πρόθεση να συγκρουστούν ούτε με την Aστυνομία, αλλά ούτε και με τα Hνωμένα Έθνη και ότι η πορεία τους ήταν ειρηνική. Παρόντες ήταν και οι 200 Eυρωπαίοι μοτοσικλετιστές που είχαν έλθει στην Kύπρο. Ωστόσο, μετά από συνάντηση που είχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Γλαύκος Κληρίδης, με τον Πρόεδρο και το Συμβούλιο της Oμοσπονδίας των Mοτοσικλετιστών, η πορεία ματαιώθηκε. Όπως δήλωσε ο πρόεδρος της ομοσπονδίας, Γιώργος Xατζηκώστας, σύμφωνα με ό,τι του είχε αναφέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Κύπρος ετίθετο σε κίνδυνο με προέλαση των Tούρκων. Έτσι μια πολύ καλά οργανωμένη πορεία διαλύθηκε και μετατράπηκε σε μια ανεξέλεγκτη πορεία που κανείς δεν ήταν σε θέση να ελέγξει πλέον. H κατάσταση ξέφυγε από τα οργανωμένα πλαίσια. Oι μοτοσικλετιστές άρχισαν να κινούνται προς διάφορες κατευθύνσεις. Tα πρώτα μικροεπεισόδια σημειώθηκαν στο ΣOΠAZ, στη Λευκωσία. Oι διαδηλωτές πέρασαν στη νεκρή ζώνη. Oι κατοχικές δυνάμεις άναψαν φωτιά για να τους απομακρύνουν. Στη Δερύνεια η κατάσταση ήταν χειρότερη, αφού άρχισαν οι συγκρούσεις για να εξελιχθούν στη συνέχεια σε δραματικές. Mοτοσικλετιστές και άλλοι διαδηλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους ένοπλους στρατιώτες της κατοχικής δύναμης αλλά και οργανωμένους Τούρκους και Τουρκοκύπριους αντιδιαδηλωτές που περιελάμβαναν και οργανωμένες ομάδες των Γκρίζων Λύκων. O Tάσος Iσαάκ, στην προσπάθεια του να βοηθήσει έναν άλλον Eλληνοκύπριο, τον οποίο κτυπούσαν οι Tούρκοι, δέχθηκε επίθεση και έπεσε στο χώμα. Γύρω του μαζεύτηκαν μεγάλος αριθμός Τούρκων και Τουρκοκύπριων αντιδιαδηλωτών καθώς και μέλη της λεγόμενης αστυνομίας του ψευδοκράτους και άρχισαν να τον κτυπούν επανειλημμένα με πέτρες, ρόπαλα, λοστούς, μέχρις ότου αυτός εξέπνευσε. Mέλη της Eιρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ, τα οποία ήταν παρόντα στην σκηνή, επέλεξαν να μην επέμβουν. Kαθοδηγητής της δολοφονικής δράσης εναντίον του Tάσου Iσαάκ φέρεται να ήταν ο αρχηγός του παραρτήματος των Γκρίζων Λύκων στα κατεχόμενα, Mεχμέτ Aρσλάν. Tο άψυχο κορμί του Tάσου μεταφέρθηκε στο Nοσοκομείο Παραλιμνίου, όπου τρεις μέρες αργότερα έγινε η κηδεία. Όταν ο Ισαάκ σκοτώθηκε, άφησε πίσω του την έγκυο σύζυγό του. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του προς την Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να είναι ο ανάδοχος γονέας του ακόμη αγέννητου μωρού. Όταν γεννήθηκε το κοριτσάκι, βαπτίστηκε η Αναστασία από τον τότε Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Πάγκαλο. Η Ελληνίδα τραγουδίστρια Χάρης Αλεξίου της έχει αφιερώσει το τραγούδι "Τραγούδι του Χελιδονίου" Στις 24 Ιουνίου 2008 το ευρωπαϊκό δικαστήριο έκρινε ένοχη την Τουρκία για την δολοφονία Σολωμού και Ισαάκ. Σύμφωνα με το δικαστήριο, η Τουρκία κρίθηκε ένοχη για την παραβίαση του 2ου άρθρου της ευρωπαϊκής συνθήκης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δηλαδή δεν προχώρησε σε ενέργειες για την εύρεση των ενόχων. Επίσης εκδίκασε χρηματική αποζημίωση στην οικογένεια του Ισαάκ.
Στον Όλυμπο ζουν ελεύθερα άγρια άλογα που ο θρύλος λέει πώς είναι οι απόγονοι του Βουκεφάλα του αλόγου του Μ.Αλεξάνδρου. Εκεί ο φωτογραφικός φακός του Δημήτρη Τοσίδη από το πρακτορείο INTIMENEWS εντόπισε και απαθανάτισε τα γνωστά άγρια άλογα του Ολύμπου. Αν και κάποια εποχή η ανθρώπινη παρουσία τα είχε ενοχλήσει και είχαν χαθεί τα ίχνη τους, σιγά σιγά επιστρέφουν, ζουν ελεύθερα και άγρια πλέον, στις βουνοκορφές του Ολύμπου και μόνο κάποιοι τυχεροί επισκέπτες τις περιοχής μπορούν να τα θαυμάσουν. ΠΗΓΗ
O Ηράκλειος κατά το σχεδιασμό των πολεμικών του επιχειρήσεων γνώριζε ότι το αδύνατο σημείο της στρατηγικής του ήταν η προστασία της Πόλης από τους αναξιόπιστους Αβάρους σε συνδυασμό και με τις κινήσεις αντιπερισπασμού των Περσών. Οι Άβαροι σχεδίαζαν επί μεγάλο χρονικό διάστημα την κατάκτηση της βυζαντινής πρωτεύουσας και δεν πτοήθηκαν ούτε από την αποτυχία να εξουδετερώσουν τον Βυζαντινό αυτοκράτορα το 617 μΧ. Παρά τις μεγάλες χορηγίες που έλαβε το 619 από τη βυζαντινή πλευρά (ετήσιο φόρο ύψους 200.000 χρυσών νομισμάτων και επιφανείς ομήρους), ο φιλόδοξος χαγάνος των Αβάρων δεν σταμάτησε τις μεγάλης κλίμακας προετοιμασίες για την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Εκμεταλλευόμενοι τις δυσκολίες των Βυζαντινών στο ανατολικό μέτωπο, όπου βρισκόταν ο Ηράκλειος από το 622, οι Αβάροι αθέτησαν τη συμμαχία με τους Βυζαντινούς και από κοινού με τους Πέρσες αποφάσισαν να πολιορκήσουν τη βυζαντινή πρωτεύουσα. Στις αρχές Ιουνίου 626 εμφανίσθηκαν πρώτα μπροστά στη Χαλκηδόνα, στις μικρασιατικές ακτές του Βοσπόρου, τα στρατεύματα του Πέρση στρατηγού Σαρβαραζά (Shahrbaraz). Αναμένοντας την άφιξη του χαγάνου, ο Σαρβαραζάς πυρπόλησε τα προάστια της Χαλκηδόνος, εκκλησίες και πολυτελείς επαύλεις. Την Κυριακή, 29 Ιουνίου 626, η εμπροσθοφυλακή των Αβάρων, η οποία αριθμούσε περί τους 30.000 άνδρες, κατέφτασε στρατοπεδεύοντας στην περιοχή Μελαντιάδα, δίπλα στη θάλασσα του Μαρμαρά. Ο υπόλοιπος όγκος της ορδής (περίπου 80.000) αφίχθη στις 29 Ιουλίου. Ο Άβαρος χαγάνος διέταξε το στρατό του να παρελάσει πλήρως εξοπλισμένος μπροστά από τα τείχη της Πόλης, με σκοπό να εντυπωσιάσει τους Βυζαντινούς και να ρίξει το ηθικό τους. Την ίδια ημέρα ο βυζαντινός στρατός εγκατέλειψε τα περίχωρα και αποσύρθηκε στα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Στην πόλη επικράτησε μεγάλη ταραχή και σημειώθηκαν αντιδράσεις πανικού. Οι Βυζαντινοί έστειλαν απεσταλμένους στον χαγάνο για να διερευνήσουν τις προθέσεις του και τις απαιτήσεις του, μέσα στα πλαίσια της διπλωματικής πολιτικής. Στο μεταξύ, ο μάγιστρος Βώνος, ο οποίος είχε επιφορτιστεί τη μέριμνα της πρωτεύουσας από κοινού με τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιο, με εντολή του αυτοκράτορα Ηρακλείου, άρχισε εσπευσμένες προσπάθειες για την άμυνα της πόλης, ενώ ο Σέργιος προσπαθούσε να καθησυχάσει και να ενθαρρύνει τους πολίτες. Έγκαιρα ενημερωμένος για τις προθέσεις των Αβάρων, ο Ηράκλειος από τη μακρινή Λαζική, όπου είχε στρατοπεδεύσει με τον στρατό του, απέστειλε μία δύναμη στρατιωτών για να ενισχύσει τη φρουρά της πόλης και έδωσε εντολή για την οργάνωση της άμυνας. Άβαροι από την ανατολική συνοικία των Συκεών και Πέρσες στη Χρυσούπολη, στη μικρασιατική πλευρά του Βοσπόρου, από κοινού συνεννοούμενοι με σήματα καπνού προέβαιναν σε φωτιές και λεηλασίες, σφίγγοντας τον κλοιό της πολιορκίας. Οι Άβαροι μάλιστα εντόπισαν και κατέστρεψαν το υδραγωγείο το οποίο προμήθευε με νερό την πόλη. Η ανησυχία κι οι φόβοι στην πρωτεύουσα αυξήθηκαν. Περιμένοντας τη σύγκρουση, ο μάγιστρος Βώνος επιθεώρησε τους στρατιώτες στα τείχη και έδωσε τις τελευταίες εντολές. Ο πατριάρχης Σέργιος οργάνωσε λιτανεία έχοντας επικεφαλής την εικόνα της Παναγιάς της Οδηγήτριας, για την εμψύχωση των υπερασπιστών της πόλης. Οι Άβαροι προώθησαν τις πολιορκητικές μηχανές τους, προέβησαν στις τελευταίες προετοιμασίες και άρχισαν να σφυροκοπούν τα τείχη. Είχαν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία στην πολιορκία πόλεων, λόγω των στενών επαφών που είχαν με τους αριστοτέχνες του είδους, τους Κινέζους. Τα ξημερώματα της 31ης Ιουλίου άρχισε η επίθεση των Αβάρων, την οποία περιγράφει ως αυτόπτης μάρτυρας ο ποιητής Θεόδωρος Σύγκελος σημειώνοντας ότι οι Άβαροι επιτέθηκαν στα τείχη της Πόλης ως βροντές, αστραπές και χαλαζίας. Στην πρώτη γραμμή είχαν τοποθετηθεί οι ελαφρώς οπλισμένοι Σλάβοι και στη δεύτερη το θωρακισμένο πεζικό των Αβάρων. Ήδη από την πρώτη ημέρα οι επιτιθέμενοι υπέστησαν σοβαρές απώλειες. Το γεγονός αυτό αναπτέρωσε το ηθικό των υπερασπιστών που πίστευαν ότι τους βοηθούσε η προστάτιδα της Πόλης, η Θεοτόκος. Την επομένη, την 1η Αυγούστου, οι επιτιθέμενοι συνέχισαν την έφοδο με τη βοήθεια πολιορκητικών μηχανών: προώθησαν στα τείχη δώδεκα ψηλούς ξύλινους πολιορκητικούς πύργους καλυμμένους με δέρματα υψηλούς σχεδόν όσο ήταν τα τείχη. Όμως οι υπερασπιστές κατόρθωσαν να πυρπολήσουν ορισμένους, αναγκάζοντας τους Αβάρους να αποσύρουν τους υπόλοιπους. Η αποτυχία της πρώτης επίθεσης δεν πτόησε το χαγάνο, που αποφάσισε να αλλάξει τακτική. Έστειλε διπλωματική αντιπροσωπεία ζητώντας την παράδοση της Πόλης εκβιάζοντας και υπενθυμίζοντας ότι είναι αποκλεισμένη από την Ευρώπη και την Ασία. Ο Σέργιος και ο Βώνος ήθελαν να κερδίσουν χρόνο. Παράλληλα η οργάνωση της άμυνας και η εμψύχωση του στρατού και του λαού ήταν συνεχής.
Λιτανείες και μετάνοιες λάμβαναν χώρα στις εκκλησίες της Πόλης, ενώ οι εικόνες της Θεοτόκου ήταν στερεωμένες σε κάθε πύλη, για να τις βλέπουν και να εμψυχώνονται οι υπερασπιστές.
Ο πατριάρχης ηγήθηκε πομπής γύρω από τα τείχη, φέροντας την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτρας, ενώ ο λαός ακολουθούσε με βαθιά κατάνυξη. Ιστορίες διαδίδονταν από στόμα σε στόμα ότι η μορφή της Παναγιάς είχε θεαθεί στις επάλξεις, για να προστατεύσει την ιερή της Πόλη.
Στο μεταξύ, βρισκόταν σε εξέλιξη μία νέα διπλωματική προσπάθεια εκ μέρους των Βυζαντινών.
Ο χαγάνος προειδοποίησε τη βυζαντινή πρεσβεία ότι, εάν η πόλη δεν τού παραδοθεί, θα καταστρέψει ό,τι βρεθεί στο δρόμο του και απείλησε ότι θα μεταφέρει τα περσικά στρατεύματα στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου.
Μάλιστα, παρουσίασε στους Βυζαντινούς τους Πέρσες απεσταλμένους που είχε στείλει ο Σαρβαραζάς.
Οι τελευταίοι ισχυρίστηκαν ότι ο στρατός τους είχε πετύχει μεγάλες νίκες στην Ανατολή σε βάρος του στρατού των Βυζαντινών.
Ένταση και διαπληκτισμοί επικράτησαν μέσα στη σκηνή του χαγάνου.
Είναι φανερό ότι η από κοινού παρουσία και σύμπνοια Αβάρων και Περσών είχε σκοπό να πανικοβάλλει τους Βυζαντινούς και να κάμψει την οποιαδήποτε ιδέα για αντίσταση.
Οι Βυζαντινοί απέρριψαν το τελεσίγραφο του Αβάρου αρχηγού προσφέροντας ως αντάλλαγμα φόρο υποτέλειας και πλούσια δώρα και εγκατέλειψαν τις διαπραγματεύσεις.
Την ίδια νύχτα κατόρθωσαν να αιχμαλωτίσουν τους Πέρσες απεσταλμένους, οι οποίοι προσπαθούσαν να επιστρέψουν στη Χαλκηδόνα.
Ο ένας εκτελέσθηκε επιτόπου και οι άλλοι δύο οδηγήθηκαν στην πόλη.
Το πρωί της επομένης, 3 Αυγούστου, τους ανέβασαν στα τείχη και τους επέδειξαν στους πολιορκητές.
Στον έναν από τους δύο έκοψαν τα χέρια και μετά τον έστειλαν πίσω στους Αβάρους, μαζί με το κεφάλι του απεσταλμένου τον οποίο είχαν σκοτώσει την προηγουμένη, ενώ τον δεύτερο τον οδήγησαν με πλοίο μπροστά στη Χαλκηδόνα, τον επέδειξαν στους Πέρσες και στη συνέχεια τον αποκεφάλισαν και πέταξαν το κεφάλι του στην ακτή.
Την επόμενη στις 3 Αυγούστου ο χαγάνος διέταξε τους Σλάβους να καθελκύσουν τα μονόξυλα τους για να μεταφέρουν 3000 Πέρσες στην ευρωπαϊκή ακτή.
Η έλλειψη πολεμικής εμπειρίας στη θάλασσα ήταν το αδύνατο σημείο των Αβάρων.
Ο βυζαντινός στόλος τους έκλεισε το δρόμο, ακολούθησε σύντομη ναυμαχία, που έληξε συντριβή των Σλάβων και των Σασσανιδών. Η νίκη του ανώτερου βυζαντινού στόλου ήταν απόλυτη.
Η αποτυχία ήταν βέβαιο ότι θα εξωθούσε τον Άβαρο Χαγάνο σε βιαστική επιθετική κίνηση που ξεκίνησε το πρωί της 6ης Αυγούστου και διήρκησε μέχρι τη νύχτα της 7ης Αυγούστου.
Οι Άβαροι επιτέθηκαν στα χερσαία τείχη, ενώ οι Σλάβοι με τον εναπομείναντα στόλο τους από την θάλασσα, προσπαθούσαν να ανοίξουν δίοδο και να εισέλθουν στον Κεράτιο.
Και οι δυο επιθέσεις σε στεριά και θάλασσα αποκρούστηκαν με πείσμα και αποφασιστικότητα από τους Βυζαντινούς.
Επί πολλές μέρες μετά, έπλεαν στην θάλασσα κουφάρια Σλάβων πολεμιστών και ξύλινα απομεινάρια πλοίων.
Οι ιστορικοί εκείνης της εποχής περιέχουν διηγήσεις στρατιωτών ότι είδαν την Θεοτόκο να στέκεται δίπλα τους και να τους ενισχύει στον αγώνα τους.
Ο χαγάνος, ο οποίος παρακολουθούσε από τον κοντινό λόφο την εξέλιξη της μάχης, πήγε με τα πόδια στη σκηνή του και μέσα στην απόγνωσή και την οργή του άρχισε να χτυπάει το στήθος και το κεφάλι του.
Οι Σλάβοι, φοβούμενοι αντίποινα εκ μέρους των Αβάρων, εγκατέλειψαν τις θέσεις μάχης τους και άρχισαν να διαφεύγουν στα γύρω μέρη.
Το ιππικό των Αβάρων ρίχθηκε να τους βρει και ξαφνικά ο χώρος μπροστά από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης έμεινε έρημος.
Οι Πέρσες από τη μεριά τους υποχώρησαν και αυτοί διότι είχαν διαδοθεί φήμες ότι ο Θεόδωρος, αδερφός του Ηράκλειου, έφτανε επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης αλλά και ότι Τούρκοι είχαν εισβάλλει στις περσικές επαρχίες του Καυκάσου.
Ο Θεόδωρος πράγματι, λίγο αργότερα έφτασε, προσπαθώντας να διασφαλίσει τη θετική εξέλιξη και να ελέγξει την κατάσταση στα βαλκανικά σύνορα της αυτοκρατορίας.
Το πρωί της 8ης Αυγούστου 626 μπροστά από τα τείχη της πρωτεύουσας δεν υπήρχε ούτε ένας στρατιώτης των Αβάρων.
Στην Κωνσταντινούπολη επικράτησε ανακούφιση και οι πολίτες επιδόθηκαν σε πανηγυρισμούς.
Ακόμα κι αν οι επιχειρήσεις του Ηράκλειου δεν ήταν επιτυχείς, είχε τουλάχιστον επιτευχθεί η σωτηρία της Πόλης.
Τα τείχη της είχαν αντέξει, η υπεροπλία στη θάλασσα είχε επιβεβαιωθεί, η διπλωματική τακτική ήταν η ενδεδειγμένη και η ισχυρή άμυνα αποδείχτηκε σωτήρια.
Οι Άβαροι ποτέ δεν ανέκτησαν πραγματικά τη δύναμή τους μετά από αυτήν την αποτυχία και ο έλεγχός τους πάνω στα ποικίλα φύλα από έναν ευρύτατο χώρο – από την Κεντρική Ευρώπη έως τον Καύκασο – αποδυναμώθηκε σημαντικά.
Μια μεγαλοπρεπής και κατανυκτική Θεία Λειτουργία τελέστηκε στην Παναγία των Βλαχερνών, όπου πρωτοστάτησε ο πατριάρχης Σέργιος.
Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλε τον λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».
Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα.
Άρα, μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους.
Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», προς τιμή της Παναγιάς αποδίδοντας της τον χαρακτηρισμό «Υπέρμαχος Στρατηγός».
Βιογραφία Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την Πρόοδο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, δηλαδή την έξοδο του Τιμίου Σταυρού από το παλάτι (ή κατ' άλλους από το σκευοφυλάκιο της μεγάλης εκκλησίας) στην Πόλη. Βλέπε σχετικά και προεόρτια την 31η Ιουλίου. Όμως, ο Πατμιακός Κώδικας 266, αναγράφει ότι κατά την 1η Αυγούστου στη Μεγάλη εκκλησία ετελείτο «ἡ Βάπτισις τῶν τιμίων Ξύλων». Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα. Πηγή:
Η Πρόοδος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού Του Διακόνου Ιωακείμ Μπίλλη, Υπογραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου Η Εκκλησία την 1η Αυγούστου εισέρχεται στην περίοδο της Νηστείας του Δεκαπενταυγούστου. Την ίδια δε ημέρα εορτάζει την Πρόοδο του Τιμίου Σταυρού. Ενθυμούμεθα το ταξίδι της Αγίας Ελένης στην Παλαιστίνη στις αρχές του 4ου αιώνα, την εύρεση θαυματουργικά του Τιμίου Σταυρού του Χριστού και την μεταφορά Του στην Κωνσταντινούπολη. Στην Κωνσταντινούπολη, μετά την προσκύνηση του Τιμίου Ξύλου, γινόταν η λεγόμενη Πρόοδος, δηλαδή η περιφορά Του μέσα στην πόλη. Ο Ευστρατιάδης αναφέρει τα έξης: «Κατά την ημέραν ταύτην εξήγετο εκ του σκευοφυλακίου της μεγάλης εκκλησίας ο Τίμιος Σταυρός, περιήγετο ανά την πόλιν και εξετίθετο εις διαφόρους ναούς προς προσκύνησιν και αγιασμόν των πιστών και πάλιν απετίθετο εις το σκευοφυλάκιον». Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος στο έργο «Έκθεσις Βασιλείου τάξεως» περιγράφει τον τρόπο που γινόταν, τόσο η προσκήνηση, όσο και η περιφορά. Το Τίμιο Ξύλο, λοιπόν, προσφερόταν για προσκύνηση από τους πιστούς από τις 23 Ιουλίου και για επτά ημέρες. Στη συνέχεια, για δύο εβδομάδες γινόταν η Πρόοδος του Τιμίου Ξύλου προς αγιασμό, η οποία κάλυπτε όλη σχεδόν την Πόλη και τα περίχωρά της. Στις 14 Αυγούστου περιέφερναν το Τίμιο Ξύλο στα ανάκτορα και το εναπόθεταν στο εκκλησάκι των Αγίων Θεοδώρων, που βρισκόταν εντός του παλατίου. Η εορτή της Προόδου του Τιμίου Σταυρού καθιερώθηκε να τελείται στις εκκλησίες, λόγω της σωτηρίας των Βυζαντινών από την επιδρομή των Σαρακηνών, με τη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, επί αυτοκρατορείας του Μανουήλ Κομνηνού. πηγή: